Friday, March 10, 2006

ΣΑΡΚΑ ΜΙΑ





Η Τούλα γνώρισε τον ήδη ημίνεκρο φωτογράφο μέσα στο ταξί που τους πήγε και τους δύο στον ωτορινολαρυγγολόγο τους.Η συναρπαστική αυτή σύμπτωση εξελίχθηκε σταδιακά μέχρι την τελική διαπίστωσή της:
-ξεκινώντας με ένα χαμόγελο όταν η Τούλα έδωσε την ακριβή διεύθυνση του γιατρού στον μόλις ενημερωμένο από τον φωτογράφο ταξιτζή για την ίδια ακριβώς διεύθυνση,
-συνεχίζοντας με ελαφρύ μουρμουρητό αμφότερων όταν κατέβηκαν απτο ταξί μπροστά απτο ίδιο κτίριο,
-περνώντας α)μια αδιόρατη φάση αμηχανίας τη στιγμή που ο ημίνεκρος φωτογράφος ανοίγει την πόρτα του κτιρίου για να περάσει μπροστά η Τουλίτσα και β) μια φάση ύφεσης όταν η στιγμή επαναλαμβάνεται μπροστά στο ασανσέρ,
-διαγράφοντας ανοδική πορεία όταν και οι δύο σταματούν στον ίδιο όροφο, στο ίδιο ιατρείο και χτυπούν το ίδιο κουδούνι για να περιμένουν στην ίδια αίθουσα αναμονής όπου και ανταλλάσσουν εμπειρίες ζωής για να διαπιστώσουν πως πρόκειται να πεθάνουν και οι δύο την ίδια περίπου χρονική περίοδο.Βαθιά συγκινημένοι αποφασίζουν να ενώσουν τις ζωές τους μέχρι τότε. Ενώνουν πράγματι τις ζωές τους στο πλαίσιο της συναρπ-αστικής αυτής σύμπτωσης, αισθάνονται και οι δύο μεγαλοπρεπείς ως φέροντες το θεσπέσιον της κοινότητας του θανάτου τους, αδημονούν μέσα στην τραγικότητά τους για την πλήρωση της μοίρας τους ενώ ανταλλάσσουν συνέχεια φάρμακα και συνταγές που αγοράζουν πάντα διπλά, δέχονται επιπλέον διπλασιασμένη τη συμπάθεια του συγκλονισμένου περίγυρου και στο τέλος ανακαλύπτεται το φάρμακο της λαρυγγόπτωσης και λούζονται ο ένας τον άλλον για μια ατελείωτη, κοινότοπη ζωή.

Ε?



Eσείς ποια αυτοκτονική πράξη κάνατε σήμερα?Από ποιανού ανεξέλεγκτου σεξομανούς το φλυτζάνι ήπιατε καφέ?Σε πόσα ακμαία κωλοβακτηρίδια επιτρέψατε να εποικίσουν το άδολο κορμάκι σας?Ποια βρωμερή τουαλέτα χαιδέψατε με τον βελούδινο πισινό σας?Γιατί επιτρέψατε σ'αυτή τη μηχανή να περάσει τόσο κοντά από την αφαίρεση της ζωής σας?Τι υπονοούσατε όταν αγοράζατε το τρίτο πακέτο τσιγάρα στις επτά το απόγευμα?Πέσατε κατά λάθος από τη σκάλα?Είσαστε σίγουροι πως ο τυχαίος συνταξιδιώτης που καλέσατε σπίτι σας δεν είναι serial killer?Διαλέξατε καλά τα μανιτάρια που μαγειρεύονται αυτή τη στιγμή στην κατσαρόλα σας?Τα παυσίπονα που κατεβάσατε σαν καραμέλλες σας έφεραν πραγματική ευφορία ή απλώς ροκάνισαν τον οργανισμούλη σας χειροκροτώντας?Μήπως η συνθετική μπλούζα που φοράτε θα σας φέρει μια θανατηφόρα αλλεργλια που θα υμνήσουν όλα τα δελτία ειδήσεων?Μήπως και η ίδια σας η γιαγιά σχεδιάζει το θάνατό σας με αυτή την χοληστερινούχα σπανακόπιτα που ετοίμασε αποκλειστικά για σας την ίδια στιγμή που εσείς αγοράζετε τα φοντάν που θα την κάνπουν ευτυχισμένη? Κι αυτές οι αναθυμιάσεις της σόμπας που διαλαλείτε πως σας αφήνουν αδιάφορους? Γιατί δεν φάγατε τίποτα από χτες το βράδυ? Γιατί ήπιατε τόση τεκίλα? Γιατί, αφού δεν μαζέψατε τα σπασμένα γυαλιά απτο πάτωμα, τώρα περπατάτε ξυπόλητοι? Μήπως τελικά ο σκοπός δεν είναι η διαιώνιση αυτού του είδους αλλά η εξόντωσή του και η διαιώνιση είναι ένα εμπόδιο σαυτον τον ιερό σκοπό.Κι αν όχι, τι θέλετε επιτέλους?Δεν λυπάστε τη μανούλα σας που όταν σας γέννησε έσφαξε κοκκόρι?


Για μια πολύ ευχάριστη έκβαση της ζωής του αγωνιζόταν τα τελευταία χρόνια ο Γρηγόρης.Είχε πλήρη συνείδηση της μηδαμινότητάς του, του "τίποτα" που ούτως ή άλλως ήταν και είχε αποφασίσει να κατακτήσει τη συνεχή απόλαυση πριν το γνωστό εκκρεμές κεραμίδι της παροιμίας συναντήσει το κεφάλι του και τον βγάλει οριστικά εκτός μάχης.Δεν απέκλειε το ενδεχόμενο ενός μακροπρόθεσμου φυσικού θανάτου και μιας ήσυχης μέχρι τότε ζωής, η ιδέα όμως της αιφνίδιας διακοπής της σε μια εντελώς ακατάλληλη στιγμή, τον παρέλυε.Ο τεράστιος κόσμος που έστεκε εκεί περιμένοντάς τον να γνωριστούν, πηγή χαράς για τον προσκοπικής ιδιοσυγκρασίας Γρηγόρη, τον προκαλούσε.Δεν ήθελε να πεθάνει τυχαία, μην έχοντας διαμορφώσει μια πολύ προσωπική άποψη για τους ανθρώπους,τα ζώα, τους ουρανοξύστες,τις στέπες και τα μαλάκια των 7 θαλασσών.Ήθελε πεθαίνοντας, να είναι σε θέση να απαντήσει με βεβαιότητα στο ερώτημα: είναι η ζωή ένα τραγανό κουφέτο ή είναι απλώς χάλια? Και για να το καταφέρει, του χρειαζόταν η εγγυημένη διάρκεια, η πλήρης εκμετάλλευση και του τελευταίου δευτερολέπτου με στόχο την απόλαυση.Γιατί ο Γρηγόρης ήταν αισόδοξος άνθρωπος.Πίστευε στη γλυκιά κουφετότητα της ζωής, ήθελε μόνο να την επιβεβαιώνει κάθε στιγμή, καθώς γύρω του δεν έβλεπε παρά δυστυχία.Αναγνώριζε επίσης πως μέσα στην ασήμαντότητά του ήταν ανίκανος να κάνει την ανθρωπότητα ευτυχή εκτός από μερικούς εκπροσώπους της όπως τον εαυτό του.Ήταν σίγουρος δε, πως αν όλοι αντιμετώπιζαν με το ίδιο μπρίο τη ζωή, πέρα από τα σφάλματα της φύσης, θα διασκέδαζαν όλοι απόλυτα.Το μόνο που κλόνιζε τις πεποιθ΄ησεις του ήταν το γνωστό πίπτον κεραμίδι που απειλούσε ανά πάσα στιγμή να προσγειωθεί θανατηφόρα στο κεφάλι του.Θα του αφήσει ο Γρηγόρης να του τσακίσει την οργάνωση?Όχι βέβαια, αποφάσισε και ύστερα από ένα υπερευδαιμονικό απόγευμα, αυτοκτόνησε.

Wednesday, March 01, 2006

Life in Mars


Τελικά υπάρχει ζωή στον Άρη.

WRIGHTONG

As I Walked Out One Evening
W. H. Auden

As I walked out one evening,
Walking down Bristol Street,
The crowds upon the pavement
Were fields of harvest wheat.

And down by the brimming river
I heard a lover sing
Under an arch of the railway:
“Love has no ending.

“I’ll love you, dear, I’ll love you
Till China and Africa meet,
And the river jumps over the mountain
And the salmon sing in the street,

“I’ll love you till the ocean
Is folded and hung up to dry
And the seven stars go squawking
Like geese about the sky.

“The years shall run like rabbits,
For in my arms I hold
The Flower of the Ages,
And the first love of the world.”

But all the clocks in the city
Began to whirr and chime:
“O let not Time deceive you,
You cannot conquer Time.

“In the burrows of the Nightmare
Where Justice naked is,
Time watches from the shadow
And coughs when you would kiss.

“In headaches and in worry
Vaguely life leaks away,
And Time will have his fancy
To-morrow or to-day.

“Into many a green valley
Drifts the appalling snow;
Time breaks the threaded dances
And the diver’s brilliant bow.

“O plunge your hands in water,
Plunge them in up to the wrist;
Stare, stare in the basin
And wonder what you’ve missed.

“The glacier knocks in the cupboard,
The desert sighs in the bed,
And the crack in the tea-cup opens
A lane to the land of the dead.

“Where the beggars raffle the banknotes
And the Giant is enchanting to Jack,
And the Lily-white Boy is a Roarer,
And Jill goes down on her back.

“O look, look in the mirror?
O look in your distress:
Life remains a blessing
Although you cannot bless.

“O stand, stand at the window
As the tears scald and start;
You shall love your crooked neighbour
With your crooked heart.”

It was late, late in the evening,
The lovers they were gone;
The clocks had ceased their chiming,
And the deep river ran on.

About Me

My photo
Δεν νομίζω ότι αποδίδομαι εύκολα και μάλιστα σε 1200 χαρακτήρες (όσο καλοί κ αν είναι αυτοί)